Ελεφάντινα κτένια από τη μυκηναϊκή συλλογή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
†Γιάννης Σακελλαράκης & Ελένη Κωνσταντινίδη-Συβρίδη Αρχαιολογική Εφημερίς 149 (2010): 145-208.
Από την Εισαγωγή
Η λευκότητα και η απαλή υφή του ελεφαντόδοντου αλλά και η δυσκολία ανεύρεσης του τύπου το καθιστά πολύτιμο, πρέπει να ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν από νωρίς στη χρήση του για την κατασκευή πολυτελών αντικειμένων από τους τεχνίτες του Αιγαίου. Το ελεφαντόδοντο φαίνεται ότι εισαγόταν από την Αφρική ή την Ινδία μέσω της Συρίας (Ugarit), είτε ως πρώτη ύλη είτε στη μορφή πολύτιμων δώρων μεταξύ των ηγεμόνων της Ανατολικής Μεσογείου. Στα μυκηναϊκά κέντρα της Πελοποννήσου το ελεφαντόδοντο έφτανε τελικά μέσω της Κύπρου, της Μικράς Ασίας, της Ρόδου, της Θήρας και της Μήλου. Αδιάψευστες μαρτυρίες εξάλλου του διαμετακομιστικού εμπορίου που ελάμβανε χώρα στην Ανατολική Μεσόγειο αποτελούν τα δύο μεγάλα ναυάγια της Εποχής του Χαλκού, του Ulu Burun (14ος αι. π.Χ.) και του Cape Gelidonya (12ος αι. π.Χ.), όπου ανάμεσα στα άλλα πολύτιμα υλικά, μεταφέρονταν και ακατέργαστα δόντια ελέφαντα και ιπποπόταμου. Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι η μεγαλύτερη ανακάλυψη έως σήμερα συνόλου ελεφάντινων αντικειμένων έχει γίνει στη Μεγιδώ της Συρίας, στο ανάκτορο του 13ου αι. π.Χ.: ανάμεσα στα αντικείμενα βρέθηκε και κτένι το οποίο θεωρείται μυκηναϊκό, επειδή διακοσμείται στη ράχη με φολιδωτό κόσμημα.
Σχόλια
Παρακαλούμε τα σχόλιά σας να είναι στα Ελληνικά (πάντα με ελληνικούς χαρακτήρες) ή στα Αγγλικά. Αποφύγετε τα κεφαλαία γράμματα. Ο Αιγεύς διατηρεί το δικαίωμα να διαγράφει εκτός θέματος, προσβλητικά, ανώνυμα σχόλια ή κείμενα σε greeklish.